μαραντάμυλο

μαραντάμυλο
το
το γνωστό με την ονομασία αρραρούτι εξαιρετικής ποιότητας και θρεπτικότατο άμυλο που εξάγεται από τα κονδυλώδη ριζώματα ορισμένων ειδών τού γένους φυτών μαράντα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μαράντα + άμυλο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • αραρούτι — το μαραντάμυλο, θρεπτική ουσία που βγαίνει από τις ρίζες του φυτού μαραντία. [ΕΤΥΜΟΛ. < (αγγλ.) arrow root] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”